Η τέχνη του Αθηναίου, χάρη στην τόλμη και το δυναμισμό της, την ευρηματικότητα των συλλήψεων και την ιδιότυπη μορφολογία της, κατορθώνει να προκαλεί έκπληξη. Και τούτο σήμερα, που η προσέγγιση της τέχνης γίνεται χωρίς προσδοκίες, αφού η όραση έχει αμβλυνθεί και εικαστικό μήνυμα δύσκολα αναδεικνύεται από τη μάζα της κοινοτοπίας.
Η παρούσα Έκθεση ανατρέχει στις κυρίες φάσεις της δημιουργίας των τελευταίων είκοσι χρόνων του καλλιτέχνη. Επιχειρεί να παρουσιάσει τη θεματολογία του, τις ποικίλες διαστάσεις που προσλαμβάνει αυτή κατά τη διαδρομή της και την ατομικότητα της γραφής του.
Σύντομα, μετά την αφετηρία της, η ζωγραφική του Αθηναίου αρχίζει να κατανέμεται σε δυο ευδιάκριτους κύκλους: αυτόν της τοπιογραφίας που εμπνέ- εται αποκλειστικά από τη Μυτιλήνη, γενέτειρα του ζωγράφου, και εκείνον που ο ζωγραφικός του χώρος κατοικείται από παράδοξες μορφές ζώων και ανθρώπων σε απροσδόκητες συνευρέσεις.
Οι πίνακες με τα χωράφια, κατάφορτα από στάχυα την ώρα του θερισμού, τις ελιές, τα λιμάνια, αλλά και τις βαθύσκιες πλατείες των χωριών με τα καφενεία, έξοχοι στην αλήθειά τους, με σαφή απόσταση από τη γραφικότητα, μεταγράφουν αυθεντικά το τοπίο της Μυτιλήνης. Και μόνη η πλευρά αυτή της θεματικής, με την ακόσμητη ρεαλιστική γραφή και τη συναισθηματική αναφορά, θα μπορούσε, διευρυνόμενη, να ολοκληρώσει τον Αθηναίο ως τοπιογράφο.
Τα έργα όπου ο άνθρωπος και το ζώο συμπλέκονται δεν είναι εξίσου ευπρόσιτα. Προκαλούν συχνά, πέρα από την αμηχανία της πρώτης εντύπωσης, γοητεία ανάμικτη με δέος. Εντούτοις, στην κατηγορία αυτή προπάντων εκτίθεται ο ευρύτερος προβληματισμός του καλλιτέχνη, μορφοποιείται το προσωπικό του όραμα και κρίνονται ακριβέστερα οι δυνατότητές του. Η καταγωγή των ζωικών μορφών που δεσπόζουν στην εικονογραφία του Αθηναίου - αρχικά του αλόγου, κατόπιν του ταύρου, του μινώταυρου και, τελευταία, του αρπακτικού'- είναι εύκολο να εντοπισθεί στη μυθολογία ή την τέχνη, αλλά τούτο ελάχιστα βοηθά στην κατανόησή τους, αφού τα ζώα εισάγονται εδώ όχι ως πρόσωπα του μύθου, αλλά ως σύμβολα δυνάμεων με διαστάσεις ακαθόριστες, που συμβιούν ή συγκρούονται. Δεν αποκλείεται ακόμη να θεωρηθούν αυθαίρετες εικαστικές μορφές, αλλά φορείς πάντοτε μιας υπέρμετρης δύναμης, που διασπούν τα φυσικά σχήματα και όρια.
Το σύμπλεγμα του ανθρώπου και του ζώου συλλαμβάνεται σε μια στιγμή ακραίας εντάσεως, οι μορφές εικονίζονται εναγκαλισμένες να διασχίζουν με δαιμόνια άλματα το διάστημα, άλλοτε να εκτινάσσονται και να αποχωρίζονται βίαια και άλλοτε, ηρεμότερες, να ζητούν καταφύγιο η μία στο στήθος της άλλης. Κατά τις εναλλασσόμενες εκδοχές του θέματος η οργάνωση του συμπλέγματος μεταβάλλεται, όπως και οι κινήσεις και η διάταξη των μορφών, καθώς διαγράφονται μετέωρες. Έτσι, το σύμπλεγμα γίνεται μια σύνθετη ερευνητική σπουδή των μορφών. Στις διάδοχες αυτές απεικονίσεις εκτιμά κανείς την ευρηματικότητα του καλλιτέχνη, τη διαρκώς αυξανόμενη τόλμη του, αλλά και τη συνέπεια με την οποία ικανοποιεί τις αξιώσεις των συλλήψεών του. Θα αναφέρω μόνο την ιλιγγιώδη προοπτική στην οποία εντάσσει την παράσταση, και τις εκπληκτικές βραχύνσεις ή επιμηκύνσεις που προσδίδει στις μορφές.
Ουσιαστική μεταβολή υφίσταται η παράσταση κατά την τελευταία περίοδο: η υλικότητα και πυκνότητα των μορφών αλλοιώνεται, σχεδόν εξανεμίζεται, ενώ εκείνες τείνουν βαθμιαία να γίνουν διάφανα, μόλις διαγραφόμενα κρυσταλλικά σχήματα που αναδύονται από εκρήξεις φωτός. Πυκνότερος, αντιθέτους, βαρύτερος, αν και πάντοτε αφηρημένος, γίνεται ο χώρος. Προκύπτει και τώρα από το σύμπλεγμα των σωμάτων, και εκτείνεται ως τα πλησιέστερα δυνατά όρια που απαιτούν οι κινήσεις τους. Ο χώρος, ακριβέστερα, είναι η διαγραφή των κινήσεών τους, οι μεγάλοι στρόβιλοι ζωγραφισμένοι με παχύτατο χρώμα, οι ελικοειδείς ζώνες, οι διασταυρούμενες γραμμές χρώματος και φωτός, το ριπίδιο των ακτινών που σχεδόν απορροφά το σύμπλεγμα.
Από τα ρωμαλέα ιδιώματα του ελληνικού εξπρεσιονισμού, το ιδίωμα του Αθηναίου δεν έχει υποστεί τη φθορά που επέφερε η άλογη γενικευμένη υιοθέτηση του κινήματος στην Ελλάδα. Ίσως διότι στη ζωγραφική αυτή ο εξπρεσιονισμός παρέμεινε απλό μέσο, όργανο στην υπηρεσία μιας τέχνης που καθορίζεται από το όραμα. Η υλοποίηση αυτού του οράματος αφομοιώνει και το άγριο χρώμα, και τη χειρονομία, που συχνά φέρει τον πίνακα σε ακραία όρια, και τον δαιμονικό ρυθμό που κινεί τη σύνθεση. Άλλωστε, αυτό που διακρίνει επίσης το έργο του Αθηναίου είναι η αίσθηση της σπουδής του όλου και των λεπτομερειών, η αίσθηση της ισορροπίας - λεπτότατης πάντοτε - μεταξύ ενός ενστικτώδους δυναμισμού και μιας μορφοπλαστικής ιδέας που κατευθύνει και μορφοποιεί τις δυνάμεις.
Μανόλης Βλάχος
Ιστορικός της Τέχνης Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Επιμέλεια: gallery.gr
Εγκαίνια: Δευτέρα 9 Δεκεμβίου 2019 και ώρα 18:00
Διάρκεια έκθεσης: 9 έως 19 Δεκεμβρίου 2019
Ώρες λειτουργίας: Δευτέρα έως Σάββατο 9:00-14:00 και 17:00-21:00 (Κυρακή κλειστά)