Η διπλωματική της Ζαχαρούλας Μπόνγκαρντ με θέμα "Πλοία, Μηχανές και Περιβάλλον" και τα χαρακτικά της με λινόλεουμ δίνουν την αίσθηση της σχεδιαστικής και της τεχνικής της αρτιότητας. Στην έκθεση του Κολλεγίου παρουσιάζει δύο ενότητες.
Η πρώτη ενότητα εμφανίζει αρετές από τη γεωμετρική και κονστρουκτιβιστική παράδοση. Αποσπασματικά τμήματα πλοίων, ιδωμένα από μακρυά ή εστιάζοντας στο εσωτερικό τους, μηχανές με τα εξαρτήματά τους, φαντάζουν σαν προσωπικές δημιουργίες ενός κόσμου ακατοίκητου στον οποίο η καλλιτέχνις "χαράζει" πνοή. Άψυχα, μηχανικά αντικείμενα μετατρέπονται σε εντυπωσιακές κατασκευές, πρωταγωνιστές μιας ιδιάζουσας πραγματικότητας. Οι τίτλοι τους επεξηγηματικοί. Η απόδοση, με τη στατικότητα, την οργάνωση των συνθέσεων, τη μορφοπλαστική πηγαιότητα της δημιουργού καθιστά τα θέματα απλές νύξεις για την παρουσίαση μιας δυναμικής παραγωγής, όπου το άψυχο, το αποσπασματικό, το τετριμμένο αποκτά ουσία και υπόσταση. Ολη η ενότητα, του 2000, αποτελεί μια ώριμη στιγμή στην καλλιτεχνική δημιουργία της χαράκτριας Ζ. Μπόνγκαρντ.
Η δεύτερη ενότητα, του 2001, βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με την πρώτη και σίγουρα σε ένα στάδιο πειραματισμού και αναζήτησης. Οι συνθέσεις πιο ανάλαφρες, πιο ευάλωτες και πιο ρευστές, με υδάτινα τοπία και ιδιότυπες θαλασσογραφίες.
Οι τρεις ξεχωριστές εικαστικές προσεγγίσεις των νέων δημιουργών υπόσχονται πολλά για το μέλλον.
Ευαίσθητες μηχανές
Δείκτες στην πορεία ενός καλλιτέχνη είναι η επιλογή των εκφραστικών μέσων στην εξέλιξη της δουλειάς του, των θεματικών ενοτήτων ή θεμάτων του, η αναζήτηση της απλοποίησης στις φόρμες, τα χρώματα, τη σύνθεση και ο εμπλουτισμός ή το φιλτράρισμα των πνευματικών αναζητήσεών του μέσα από την τέχνη του.
Η Ζαχαρούλα Μπόνγκαρντ, ύστερα από την αποκλειστικότητα της ζωγραφικής στη δημιουργική της πράξη, έλκεται, ήδη από το 2000, από την ακρίβεια, την πειθαρχία και τη λιτότητα της χαρακτικής. Ο αφηρη μένος εξπρεσιονισμός της ζωγράφου-χαράκτριας μετουσιώνεται σε χρωματικές συνθέσεις ηχηρές, με τη συχνή χρήση συμπληρωματικών χρωμάτων και την απλοποιημένη, σχεδόν ανεικονική μορφή.
Η μελέτη των χρωμάτων, η ανάθεση του σχεδιαστικού ρόλου στη χρωματική σύνθεση, δίνοντας στο ορατό σχέδιο το ρόλο κομπάρσου, αναδεικνύεται με τη θεματική επικέντρωση της δημιουργού στα μηχανικά μέρη των πλοίων.
Τα πλοία, συνδεδεμένα με έννοιες όπως το ταξίδι, τη συνδιαλλαγή, το εμπόριο, την επικοινωνία, την ανθρώπινη συντροφιά, τις διακοπές και την ξεγνοιασιά, αλλά και την περιπέτεια, το χωρισμό και τον κίνδυνο, κινούνται από τις μηχανές, όι οποίες προβάλλουν τώρα μπροστά στα μάτια του θεατή ως έντονα εικαστικά στοιχεία. Απομακρύνουν τους συνειρμούς του άγχους στους οποίους συνήθως οδηγεί το σύγχρονο άνθρωπο η μηχανοποιημένη καθημερινότητά του, στην οποία μηχανήματα και αυτοματισμοί αποτελούν μόνιμη συντροφιά. Οι μηχανές, τα ανθρώπινα αυτά κατασκευάσματα, αποκτούν στους πίνακες της Μπόνγκαρντ αυτονομία, απεκδύοντας την άψυχη ιδιότητά τους.
Ο θεατής προσκαλείται σε αναζήτηση της αυτάρκειας, εκφραστικής και πνευματικής παράλληλα με αυτή που προτείνει η δημιουργός, με τις επιλογές της στη ματιέρα, το θέμα και τη σύνθεση.